heal.abstract |
Η φαρμακευτική περίθαλψη αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της υγειονομικής περίθαλψης και ως εκ τούτου, τομέα που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των ερευνητών και δέχεται έντονο κρατικό παρεμβατισμό με στόχο τη διασφάλιση της καθολικής πρόσβασης στα φαρμακευτικά προϊόντα, την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και τη βελτίωση του επιπέδου υγείας του πληθυσμού. Η αγορά του φαρμάκου είναι μία από τις πλέον ρυθμισμένες αγορές λόγω της φύσης του προϊόντος ως συνιστώσα της ιατρικής περίθαλψης. Από την πλευρά της προσφοράς, υπάρχουν εμπόδια εισόδου των νέων επιχειρήσεων λόγω του υψηλού κόστους έρευνας και ανάπτυξης και της προστασίας της ευρεσιτεχνίας. Έτσι έχουν οδηγήσει στην επικράτηση επιχειρήσεων μεσαίου και μεγάλου μεγέθους με διεθνή εμβέλεια και μονοπωλιακές τάσεις, οι οποίες ταυτόχρονα ασκούν επίδραση στην αγορά μέσω των ενεργειών προώθησης των φαρμάκων. Από την πλευρά των ασθενών παρατηρείται έλλειψη ευαισθησίας στη τιμή των φαρμάκων λόγω της παρεμβολής της ασφαλιστικής κάλυψης. Το κόστος που καταβάλουν οι ασθενείς είναι ποσοστιαίο μέγεθος της τιμής των φαρμάκων, με αποτέλεσμα την έλλειψη φραγμών στην κατανάλωση και την οικονομική επιβάρυνση των ασφαλιστικών ταμείων. Η φαρμακευτική κατανάλωση ενισχύεται και από το μέγεθος της συνταγογράφησης των γιατρών, οι οποίοι αφενός δεν εκπαιδεύονται στο αντικείμενο των Οικονομικών της Υγείας και επομένως δεν λαμβάνουν υπ'όψην τους το κόστος της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, αφετέρου ασκούν αμυντική ιατρική και επομένως υπερσυνταγογραφούν. Η φαρμακευτική βιομηχανία, ως κλάδος παραγωγής, αποτελεί σημαντικό κλάδο της οικονομικής δραστηριότητας με υψηλή προστιθέμενη αξία, σημαντική συμβολή στην απασχόληση και τη διαμόρφωση του εμπορικού ισοζυγίου. Η αγορά των φαρμακευτικών προϊόντων παρουσιάζει αυξητικούς ρυθμούς και χαρακτηρίζεται από σχετική ομοιομορφία λόγω των ομοιοτήτων στο επιδημιολογικό προφίλ των περισσοτέρων χωρών. Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τη διαδικασία εισαγωγής των σκευασμάτων στην αγορά , την τιμολόγηση και την αποζημίωση τους. Ιδιαίτερα σημαντική για τις φαρμακευτικές βιομηχανίες είναι η επένδυση σε έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων, η οποία και απορροφά μεγάλο τμήμα των εσόδων τους. Η υψηλή τιμολόγηση των νέων φαρμάκων με στόχο την κάλυψη του λειτουργικού κόστους, η αντικατάσταση στη συνταγογράφηση των παλιών με νέα ακριβότερα φάρμακα, σε συνδυασμό με την αύξηση της φαρμακευτικής κατανάλωσης οδήγησαν σε διόγκωση της φαρμακευτικής δαπάνης παγκοσμίως. Στην Ελλάδα η φαρμακευτική δαπάνη αντιστοιχεί στο 15,3% της δαπάνης για την υγεία και χρηματοδοτείται κυρίως από δημόσιους πόρους. Η εγχώρια φαρμακευτική βιομηχανία εξαρτάται κυρίως από το εξωτερικό τόσο για την προμήθεια πρώτων υλών όσο και την ανάπτυξη καινοτόμων φαρμάκων. Σταδιακά το μερίδιο αγοράς των εγχωρίως παραγόμενων και εγχωρίως σκευαζόμενων φαρμάκων συρρικνώθηκε έναντι του μεριδίου των εισαγόμενων φαρμάκων. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στην πολιτική καθορισμού των τιμών για τα φάρμακα, η οποία ευνόησε τις εισαγωγές φαρμάκων και τις παράλληλες εξαγωγές εγχωρίως παραγόμενων και συσκευαζόμενων. Ο ασθενής σαν καταναλωτής, αξιοποιώντας την πρόσβαση που πλέον έχει στην πληροφόρηση μέσα από τα ΜΜΕ και το Internet, μπορεί να αποτελέσει χρήσιμη παρέμβαση προς την κατεύθυνση της συγκράτησης της φαρμακευτικής δαπάνης, της επιλογής μεταξύ υποκατάστατων μορφών περίθαλψης και της μείωσης της φαρμακευτικής κατανάλωσης. Τέλος, καθοριστικό βήμα στη χάραξη πολιτικών αποτελεί ο ορθός προσδιορισμός της υπάρχουσας, στην εκάστοτε χρονική στιγμή κατάστασης. Για τη δημιουργία ολοκληρωμένης εικόνας απαιτείται η έγκαιρη συλλογή αξιόπιστων και έγκυρων δεδομένων, οπότε ιδιαίτερο βάρος θα πρέπει να δοθεί και στην ανάπτυξη μηχανισμών συλλογής, καταγραφής και επεξεργασίας δεδομένων. |
el |