heal.abstract |
Τα εσπεριδοειδή είναι δέντρα μέτριων διαστάσεων με κομψή κόμη, συνήθως σφαιρική. Είναι αειθαλή, με φύλλα ωοειδή-μυτερά, δερματώδη, βαθυπράσινα, σε κλαδίσκους με ή χωρίς αγκάθια στο σημείο έκφυσης του μίσχου. Τα άνθη έχουν συνήθως 5 πέταλα, λευκά ή ρόδινα, παχιά και είναι πολύ ή ελαφρά εύοσμα. Από τα άνθη εξάγονται αιθέρια έλαια περιζήτητα από την αρωματοποιία. Επίσης, οι καρποί των εσπεριδοειδών και ειδικότερα των πορτοκαλιών και των μανταρινιών, αποτελούν εξαίρετα και υγιεινά φρούτα, πλούσια σε βιταμίνες A, Β, C των οποίων οι δροσιστικές, χωνευτικές και ενεργητικές ιδιότητες τα καθιστούν απαραίτητα στη διατροφή παιδιών και ενηλίκων και για το λόγο αυτό τα συναντάμε σε ειδικά διαιτολόγια. (Ποντικής 1993)Τα εσπεριδοειδή ήταν άγνωστα στο δυτικό ημισφαίριο μέχρι και την άφιξη του Κολόμβου, ο οποίος κατά το δεύτερο ταξίδι του μετέφερε σπόρους από πορτοκάλια, λεμόνια και κίτρα από τη νήσο Ταϊτή. Αργότερα τον 16ο αιώνα έγιναν και νέες εισαγωγές σπόρων από τους Πορτογάλους και τους Ισπανούς. Συγκεκριμένα, στην Ευρώπη το πρώτο γνωστό είδος ήταν η Κιτριά. Τα εσπεριδοειδή θεωρούνται χειμωνιάτικα φρούτα, πλέον, όμως, τα συναντάμε όλο τον χρόνο στις αγορές. Οι περισσότερες καλλιεργούμενες εκτάσεις βρίσκονται σε υποτροπικές περιοχές. (Ποντικής 1993)Οι πιο διαδεδομένοι αντιπρόσωποι εσπεριδοειδών είναι τα πορτοκάλια (Citrus sinensis L.), τα μανταρίνια (C. reticulata Blanco), τα λεμόνια (C. limon), τα γκρέϊπφρουτ (C.paradise) και τα λάϊμ (C. aurantifolia). Η πολύ καλή γεύση τους, γλυκιά, ξινή ή πικρή και η μεγάλη περιεκτικότητα σε χυμό τα κάνει ιδανικά τόσο στη μαγειρική όσο και στη ζαχαροπλαστική αλλά και στην ποτοποιία. Xρησιμοποιούνται, ακόμα, ως αιθέρια έλαια στην φαρμακευτική και στην παραγωγή καλλυντικών.Η σημασία των εσπεριδοειδών στη γεωργία και στην παγκόσμια οικονομία διαφαίνεται από την ευρεία εξάπλωση των καλλιεργειών και τη συστηματοποιημένη παραγωγή. Τα εσπεριδοειδή καλλιεργούνται σε χώρες με τροπικό και υποτροπικό κλίμα, κατάλληλο έδαφος, επαρκή υγρασία στις οποίες λείπουν τα έντονα καιρικά φαινόμενα (παγετοί, χιόνια, καύσωνες). Οι καλλιεργούμενες περιοχές συνιστούν μια ζώνη, που εκτείνεται, κατά προσέγγιση, 35° Βόρεια και Nona του Ισημερινού.Οι κυρίως καλλιεργούμενες εκτάσεις βρίσκονται σε υποτροπικές περιοχές με γεωγραφικό πλάτος μεγαλύτερο των 20° Βόρεια ή Νότια του Ισημερινού. Η καλλιεργούμενη έκταση σε παγκόσμια κλίμακα υπολογίζεται σε 24 εκατομμύρια στρέμματα, της οποίας το 80% ανήκει στις παραμεσόγειες χώρες και στη Βόρειο και Κεντρική Αμερική. Το υπόλοιπο 20% κατανέμεται στην Άπω Ανατολή (10%), Νότιο Αμερική (6%) και σε άλλες χώρες του Νότιου ημισφαιρίου (4%), συμπεριλαμβανομένων της Νοτίου Αφρικής και της Αυστραλίας. Η παραγωγή σε παγκόσμια κλίμακα υπολογίζεται σε 67.398.000 μετρικούς τόνους. Για κάθε είδος αντιστοιχούν κατά προσέγγιση τα εξής ποσοστά : πορτοκάλια 65%, λεμόνια 10%, γκρέϊπφρουτ 10%, μανταρίνια 12%, λοιπά είδη 3%.(Ποντίκης 1993)
Οι παραμεσόγειες χώρες διαθέτουν το 80% της εξαγόμενης παραγωγής τους σε φρέσκο καρπό και το 20% σε επεξεργασμένη μορφή, ενώ η Βόρειος και Κεντρική Αμερική διαθέτουν μόνο το 20% της παραγωγής τους σε φρέσκο καρπό και το 80% σε επεξεργασμένη μορφή.Το μέγεθος των καρπών των εσπεριδοειδών ποικίλλει από πολύ μικρό μέχρι πολύ μεγάλο. Μεταξύ των ειδών εκείνων, που έχουν τους μικρότερους καρπούς, περιλαμβάνονται τα κουμκάτ ή κουμ-κουατ (Fortunella spp. Swingle), η λιμεττία (Citrus aurantifolia Swingle), των οποίων η μεγαλύτερη διάμετρος σπάνια υπερβαίνει τα 3εκ. Τους πιο μεγάλους καρπούς έχουν η φράπα (C.grandis Osbeck) και η κιτριά (C.medica L.), των οποίων η διάμετρος και το μήκος μπορεί να φθάσει τα 30εκ. |
el |