Ιδρυματικό Αποθετήριο Τ.Ε.Ι. Πελοποννήσου

Χρωματογραφικές μέθοδοι για την ανίχνευση υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων σε τρόφιμα

Αποθετήριο DSpace/Manakin

Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.author Μερίκας, Ραφαήλ el
dc.date.accessioned 2015-11-24T21:07:49Z
dc.date.available 2015-11-25T03:17:10Z
dc.date.issued 2015-11-24
dc.identifier.uri http://nestor.teipel.gr/xmlui/handle/123456789/14658
dc.title Χρωματογραφικές μέθοδοι για την ανίχνευση υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων σε τρόφιμα el
heal.type Προπτυχιακή/Διπλωματική εργασία el
heal.secondaryTitle el
heal.keyword Φυτοφάρμακα el
heal.keyword Τρόφιμα el
heal.keyword Περιβάλλον el
heal.contributorName el
heal.language gre el
heal.access free el
heal.accessText el
heal.license Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 3.0 Ελλάδα el
heal.fileFormat PDF *
heal.recordProvider ΤΕΙ Πελοποννησου el
heal.publicationDate 2013-01-01 el
heal.abstract Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, κάθε χρόνο σημειώνονται 1-1,5 εκατομμύριο δηλητηριάσεις λόγω της εκτεταμένης χρήσης φυτοφαρμάκων, από τις οποίες περίπου 20000 περιπτώσεις είναι θανατηφόρες. Μόνο στην Ελλάδα διακινούνται περίπου 1350 εμπορικά σκευάσματα φυτοφαρμάκων.Τα φυτοφάρμακα εξυπηρετούν διαφορετικούς σκοπούς κατά τη χρήση τους (μυκητοκτόνα, εντομοκτόνα, ζιζανιοκτόνα κτλ), είτε κατά την καλλιέργεια ή/και κατά την αποθήκευση μετά την συγκομιδή, και η παρουσία τους απαντάται από νωρίς στις οργανωμένες κοινωνίες. Χαρακτηριστικά, ο Δημόκριτος πρότεινε τον ψεκασμό των φυτών με κατσίγαρο (υγρά απόβλητα ελαίων), ενώ ο Κάτων, λίγους αιώνες αργότερα, συνιστούσε τους υποκαπνισμούς της αμπέλου με μίγμα ασφάλτου και θείου.Το 1650 ο Remnant εισήγαγε την εμβάπτιση σπόρου σίτου σε NaCl και CuSO4, ενώ από το 1885 άρχισε να χρησιμοποιείται ο βορδιγάλειος πολτός (θειικός χαλκός) για την καταπολέμηση του περονοσπόρου της αμπέλου. Το 1934 ανακαλύφθηκαν οι μυκητοκτόνες ιδιότητες των διθειοκαρβαμιδικών από τους Tisdale και Williams. Tα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται στις μέρες μας τριχοτομούνται σε οργανοχλωριωμένα, οργανοφωσφορικά και καρβαμιδικά. Οι οργανοχλωριωμένες ενώσεις δε χρησιμοποιούνται πλέον στις ανεπτυγμένες χώρες (ούτε στην Ελλάδα), ενώ στις αναπτυσσόμενες γίνεται ακόμη εκτεταμένη χρήση, παρά την υψηλή τοξικότητά τους και την σταθερότητα τους στο περιβάλλον. Πράγματι, τα οργανοχλωριωμένα φυτοφάρμακα (DDT, παράγωγα του Aldrin, HCH-γ κλπ) δεν βιοαποικοδομούνται ή βιοαποικοδομούνται βραδέως (χρόνος ημιζωής 96-116 έτη), συσσωρεύονται στους λιπαρούς ιστούς των οργανισμών, εμφανίζουν μικρή διαλυτότητα στο νερό, προσροφώνται στα αιωρούμενα σωματίδια και τα ιζήματα και αθροίζονται στην τροφική αλυσίδα.Τα οργανοφωσφορικά φυτοφάρμακα (Chlorpyrifos-methyl, μαλαθείο κλπ) δρουν στο ένζυμο ακετυλοχολινεστεράση, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή της μετασυναπτικής μεμβράνης που συμβάλλει στη μεταφορά του νευρικού ερεθίσματος μέσω του συναπτικού χάσματος. Μόλις η ακετυλοχολινεστεράση φτάσει στους υποδοχείς (μετασυναπτική μεμβράνη) απελευθερώνεται μία ελάχιστη ποσότητα ενός ενζύμου της ακετυλοχολινεστεράσης, η οποία υδρολύει την ακετυλοχολίνη. Τα οργανοφωσφορικά φυτοφάρμακα προκαλούν φωσφοριλίωση της ακετυλοχολινεστεράσης παρεμποδίζοντας τη δράση της, με αποτέλεσμα να συσσωρεύεται ο χημικός νευροδιαβιβαστής στο ένα άκρο του συναπτικού χάσματος και να παρεμποδίζεται η διαβίβαση του νευρικού ερεθίσματος. Η συγκεκριμένη κατηγορία φυτοφαρμάκων διαθέτει, επίσης, χαρακτηριστικά που την καθιστούν επιβλαβή για το περιβάλλον και τους ζώντες οργανισμούς, μπορούν, όμως, να επιλεχθούν για χρήση ενώσεις με μικρότερη τοξικότητα από άλλες. Τα καρβαμιδικά αποτελούν την νεότερη κατηγορία φυτοφαρμάκων με μυκητοκτόνες και εντομοκτόνες ιδιότητες. Τα καρβαμιδικά χωρίζονται στις εξής υποκατηγορίες: α) αρυλ-Ν-διμεθυλοκαρβαμιδικούς εστέρες των φαινόλων β) Ν-μεθυλο και Ν-διμέθυλο καρβαμιδικούς εστέρες των ετεροκυκλικών φαινολών και γ) αλδεϋδικά παράγωγα και οι θειόλες τους.Υδρολύονται αργά σε ουδέτερο και ελαφρώς όξινο υδάτινο περιβάλλον, ενώ στο αλκαλικό περιβάλλον υδρολύονται ταχύτατα. Κατά συνέπεια, ο χρόνος ημιζωής των καρβαμιδικών σε υδάτινο περιβάλλον με pH=7 είναι περίπου 10 ημέρες, και με pH=11 μόνο μερικά λεπτά. Η τοξικότητα των φυτοφαρμάκων, η αλλοίωση που προκαλούν στο περιβάλλον, καθώς και οι –άμεσες ή μακροχρόνιες- επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων καθιστούν επιτακτική την ανάγκη ανίχνευσης των υπολειμμάτων των φυτοφαρμάκων. Ειδικά στα τρόφιμα, ο συνεχής έλεγχος της τήρησης των κατώτερων ορίων περιεκτικότητας φυτοφαρμάκων είναι απαραίτητος για την προστασία του καταναλωτή, αναλογιζόμενοι μάλιστα τον όγκο εισαγωγής γεωργικών προϊόντων από αναπτυσσόμενες χώρες, όπου χρησιμοποιούνται ακόμη οργανοχλωριωμένα φυτοφάρμακα και ο έλεγχος της περιεκτικότητας φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα είναι μηδαμινός, εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τους προαναφερθέντες λόγους, η Ευρωπαϊκή Ένωση[1] δημοσιεύει κανονισμούς που αποσκοπούν στη δημιουργία ενός πολυετούς προγράμματος ελέγχου των ανωτάτων ορίων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα για την προστασία των καταναλωτών και, ειδικότερα, των πιο ευπαθών ομάδων πχ βρέφη. Ο πιο πρόσφατος κανονισμός που εξεδόθη (788/12) και ισχύει μέχρι το 2015 προβλέπει τον ανά τριετία έλεγχο των 30-40 τροφίμων που αποτελούν τα κύρια συστατικά του διαιτολογίου των ευρωπαϊκών χωρών λόγω των αλλαγών στη χρήση των φυτοφαρμάκων. Επιπλέον, απαριθμεί, αφενός, τους συνδυασμούς φυτοφαρμάκων/προϊόντων προς παρακολούθηση μέσα/πάνω σε προϊόντα φυτικής προέλευσης, πχ Ethephon στα μήλα το 2013, Nytenpyram στα ροδάκινα το 2013, το 2014 στ’ αγγούρια, το 2015 στις γλυκές πιπεριές, αφετέρου, τους συνδυασμούς φυτοφαρμάκων/τροφίμων σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, πχ Etofenprox στο γάλα το 2013 και στο βούτυρο το 2015. Ως ανώτατο όριο υπολείμματος (MRL- maximum residue limit) για την ελαχιστοποίηση της έκθεσης σε φυτοφάρμακα μέσω της διατροφής έχει οριστεί το 0.01 mg kg-1 ανά ουσία. Η επίτευξη ενός αξιόπιστου ελέγχου στα τρόφιμα απαιτεί τη χρήση προχωρημένων μεθόδων και εξελιγμένων τεχνικών, ικανών να συνδυάσουν την ταχύτητα των διαδικασιών με την ακρίβεια των αποτελεσμάτων και το χαμηλό κόστος των οργάνων που χρησιμοποιούνται στα εργαστήρια. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να παραθέσει τις βασικές/κλασικές χρωματογραφικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα, τόσο μεμονωμένα όσο και συγκριτικά. Επίσης, αποσκοπεί στην διερεύνηση των νέων τεχνικών που εφαρμόζονται στη χρωματογραφική ανάλυση, καθώς και τις νεότερες τάσεις που ακολουθούνται από τα εργαστήρια. el
heal.advisorName Φαρμάκης, Λάμπρος el
heal.committeeMemberName el
heal.academicPublisher ΤΕΙ Πελοποννήσου el
heal.numberOfPages 82 *


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στην ακόλουθη συλλογή(ές)

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναζήτηση Αποθετηρίου


Σύνθετη Αναζήτηση

Πλοήγηση

Ο Λογαριασμός μου

Στατιστικές