heal.abstract |
Στην παρούσα πτυχιακή εργασία γίνεται προσπάθεια ανασκόπησης και συγκέντρωσης των επιπτώσεων της αλατότητας του θρεπτικού διαλύματος στην ανάπτυξη και παραγωγή των φυτών, καθώς και των τρόπων περιορισμού του. Ο όρος αλατότητα αναφέρεται στην ύπαρξη υψηλής συγκέντρωσης διαλυτών αλάτων (ανόργανων ιόντων) στο περιβάλλον των ριζών των φυτών και μετριέται συνήθως έμμεσα, μέσω της μέτρησης της ηλεκτρικής αγωγιμότητας (ΕΌ) (όε πΓ1). Τα κατιόντα που βρίσκονται στο νερό και συνήθως σχετίζονται με την αύξηση της αλατότητας είναι το νάτριο, το ασβέστιο και το μαγνήσιο, ενώ από τα ανιόντα είναι το χλώριο, τα θειικά και τα ανθρακικά. Βέβαια, εκείνα τα ιόντα που ευθύνονται κυρίως για την αύξηση της αλατότητας με τη συσσώρευσή τους είναι του νατρίου και του χλωρίου (Βλάχου, 2011). Η αυξημένη αυτή συγκέντρωση των διαλυτών αλάτων οφείλεται στην κακή ποιότητα του νερού άρδευσης, μέσω του οποίου γίνεται, κατά βάση, η παροχή των θρεπτικών στοιχείων σε συνθήκες ανοιχτού αγρού. Όταν, όμως, μιλάμε για θρεπτικό διάλυμα, επικεντρωνόμαστε στο νερό που περιέχει διαλυμένα τα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία για την ανάπτυξη και παραγωγή των φυτών σε περιβάλλον θερμοκηπίου και συγκεκριμένα σε υδροπονικές καλλιέργειες. Άλλωστε τα περισσότερα βιβλιογραφικά δεδομένα που έχουν συλλεχθεί είναι σε πλήρως ελεγχόμενο περιβάλλον (θερμοκήπιο) και σε μικρότερη κλίμακα σε ανοιχτό αγρό (Βλάχου, 2011). Σχετικά με τις επιπτώσεις της αλατότητας του θρεπτικού διαλύματος στην ανάπτυξη και παραγωγή των φυτών συνοπτικά αναφέρονται (Κόντης, 2009). |
el |