heal.abstract |
Το Όρος Ταΰγετος ένα από τα δυο κυρίαρχα ορεινά συγκροτήματα της Λακωνίας είναι από τις σημαντικότερες περιοχές της Ελλάδας σε ότι άφορα τη βιοποικιλότητα. Τρία τμήμα έχουν χαρακτηριστεί ως Τόποι Κοινοτικής Σημασίας του Δικτύου NATURA 2000.Ο Ταΰγετος ως σύνολο παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις στην αποτύπωση των οικολογικών γνωρισμάτων του, γνώση ιδιαιτέρως κρίσιμη για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή. Ειδικότερα, για ένα μεγάλο μέρος του Ταϋγέτου δεν έχει καταγραφεί η έκταση και η ποικιλότητα των τύπων οικοτόπων και δεν έχει ερευνηθεί επαρκώς η χλωρίδα και η πανίδα του. Αν και για ορισμένες ομάδες οργανισμών (π.χ. τα πουλιά, χλωρίδα) θεωρείται ότι είναι επαρκώς γνωστά τα είδη που απαντούν στον Ταΰγετο, υπάρχουν ωστόσο σοβαρές ελλείψεις αναφορικά με την κατάσταση των πληθυσμών τους, τις θέσεις όπου απαντούν και τα ενδιαιτήματά τους.Τα φυτά, κάτω από φυσικές προϋποθέσεις, δεν εμφανίζονται μόνα τους, αλλά αυξάνουν σε μία περισσότερο ή λιγότερο στενή κοινωνική σχέση με άλλα φυτά, αποτελώντας τις λεγόμενες φυτοκοινότητες. Οι φυτοκοινότητες δεν είναι αμιγείς ή τυχαίοι, αλλά καθορισμένοι συνδυασμοί φυτών, που προέκυψαν εξαιτίας της επίδρασης του περιβάλλοντος πάνω στα φυτά και αντίστροφα, καθώς επίσης και από τον ανταγωνισμό μεταξύ τους .Έτσι η βλάστηση μιας περιοχής είναι το σύνολο των φυτών που την καλύπτουν σε περισσότερο ή λιγότερο κλειστή μορφή. Οι κυριότεροι παράγοντες που επηρεάζουν τη γεωγραφική εξάπλωση των taxa είναι η αντοχή, ο ανταγωνισμός και η επίδραση του περιβάλλοντος. Οι παράγοντες αυτοί συνδυάζονται και ασκούν μια ελεγχόμενη και εκλεκτική επίδραση στη γεωγραφική εξάπλωση των taxa. Αυτή η εκλεκτικότητα καταλήγει στην εμφάνιση συγκεκριμένων ειδών σε ένα δεδομένο συνδυασμό ειδών (φυτοκοινωνία).Η γεωγραφική εξάπλωση των φυτοκοινωνιών εξαρτάται από τα είδη που τη συνθέτουν και τις ιδιότητες του σταθμού, το δε μωσαϊκό τους στο χώρο αποτελεί τη βλάστηση. Όλες οι φυτοκοινωνίες έχουν δύο κοινά χαρακτηριστικά: Τη δομή (με την έννοια ότι αποτελούνται από διάφορες αυξητικές μορφές) και τη χλωριδική σύνθεση (με την έννοια ότι αποτελούνται από διάφορα taxa). Η έρευνα της αυτοφυούς βλάστησης μιας περιοχής βοηθά κυρίως στη διάκριση των διάφορων φυτοκοινωνικών μονάδων και τύπων βλάστησης της συγκεκριμένης περιοχής. Παράλληλα, συμβάλλει και στηνεπίλυση φυτοκοινωνιολογικών προβλημάτων, που σχετίζονται με μεγαλύτερες χλωριδικές περιοχές, καθώς και στην αξιοποίηση και την προστασία της δασικής βλάστησης. Η φυτοκοινωνιολογική έρευνα έχει προχωρήσει ση μαντικά τα τελευταία χρόνια στον ελλαδικό χώρο. Αρκετοί είναι οι ερευνητές που έχουν ασχοληθεί με τη διάκριση φυτοκοινωνιολογικών μονάδων και γενικά, παρατηρείται μια αξιόλογη εξέλιξη στο χώρο αυτό. Σκοπός λοιπόν της έρευνας αυτής είναι η διάκριση και περιγραφή των φυτοκοινωνιολογικών μονάδων που συγκροτούν έρευνα της χλωρίδας τους. Η Ελλαδικός χώρος διαθέτει βιοποικιλότητα σε όλα τα επίπεδα του (γενετική, ειδών, φυτοκοινωνιών – οικοσυστημάτων και τοπίων), και αναλογικά με την έκτασή του, μια από τις μεγαλύτερες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.Το τρίτο επίπεδο βιολογικής ποικιλότητας γνωστό ως βιοποικιλότητα οικοσυστημάτων ή φυτοκοινωνιών εκφράζεται με τον αριθμό των συνδυασμών ειδών φυτών και ζώων (οικοσυστημάτων) που συναντώνται σε μια περιοχή, Η διασφάλιση της βιοποικιλότητας μέσο της διατήρησης των φυσικών ενδιαιτημάτων καθώς και της άγιας πανίδας και χλωρίδας αποτελεί βασική προτεραιότητα στο πεδίο της διατήρησης των φυσικών πόρων. Σκοπός της παρούσας εργασίας αποτελεί η μελέτη της χλωρίδας, η ένταξή τους σε τύπους φυσικών οικοτόπων, η διατύπωση προτάσεων διαχείρισης στην κατεύθυνση βιώσιμης ανάπτυξη και ορθολογικής διαχείρισης. |
el |